ο
Κισσός ο κοινός ο Κισσός ο ποιητικός ή διονυσιακός [ονομασία και είδος κατά τον
Διοσκουρίδη] ή ο Hedera Helix [λατινική ονομασία ] [είδος 1ον εν Ελλάδι],
ο
Κισσός ο ελικτικός [είδος 2ον εν Ελλάδι],
ο
Κισσός ο ελικοειδής [είδος κατά τον Θεόφραστο], ο Κισσός ο λευκός [είδος κατά
τον Θεόφραστο], ο Κισσός ο μέλανας [είδος κατά τον Θεόφραστο], ο Κισσός
[ονομασία κατά τον Διοσκουρίδη], ο Κίσσαρος [ονομασία κατά τον Διοσκουρίδη], ο
Κίθαρος [ονομασία κατά τον Διοσκουρίδη], ο Χρυσόκαρπος [ονομασία κατά τον
Διοσκουρίδη], η Ποιητική [ονομασία κατά τον Διοσκουρίδη], η Κορυμβήθρα
[ονομασία κατά τον Διοσκουρίδη], το Νίσιον [ονομασία κατά τον Διοσκουρίδη], το
Ιθυντήριον [ονομασία κατά τον Διοσκουρίδη], η Περσίς [ονομασία κατά τον
Διοσκουρίδη], ο Κήμος [ονομασία κατά τον Διοσκουρίδη], ο Άσπληνος [ονομασία
κατά τον Διοσκουρίδη], το Διονύσιον [ονομασία κατά τον Διοσκουρίδη] ή ο Κισσός
[λαϊκή ονομασία]
[οι
φωτογραφίες προέρχονται από τις ακόλουθες ιστοσελίδες της Βικιπαίδειας :
https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/b/b4/Hedera_helix_murgr%C3%B6na.jpg
-
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CE%B9%CF%83%CF%83%CF%8C%CF%82_%28%CF%86%CF%85%CF%84%CF%8C%29#/media/File:Hadera_helix_1.jpg]
Εις τους πρόποδες του όρους Πάρνηθος, εις
την πόλη των αρχαίων Αχαρνών φύτρωσε ο πρώτος κισσός στον κόσμο από τον
Διόνυσο, όπως μας το αναφέρει ο Παυσανίας εις το Α ..,.. Και εξ αυτού ο
Διόνυσος είχε τις επικλήσεις Κισσόβρυος, Κισσοκόμης, Κισσοχαίτης, Κισσοχαρής,
Κισσοφόρος και πολλές άλλες με το πρώτο συνθετικό Κισσός. Επίσης σε όλες τις
διονυσιακές εορτές λάμβανε χώρα η καλουμένη «κίττωσις», δηλαδή η στέψει των
εορταστών με στεφάνια από κλαδιά κισσού.
Με κισσό και άμπελο ζεύχθηκε ο ποταμός
Ευφράτης από τον Διόνυσο και λέει ο Παυσανίας [Χ…....] : «την Αριάδνη που την
συνάντησε κατά δαιμονική σύμπτωση ή εξ επίτηδες έστησε ενέδρα, την πήρε από τον
Θησέα ο Διόνυσος που τον αντιμετώπισε με μεγαλύτερο στόλο, όχι κανένας άλλος
Διόνυσος αλλά εκείνος που έκαμε εναντίον των Ινδιών την εκστρατεία και που
πρώτος γεφύρωσε τον Ευφράτη ποταμό. Το όνομα ζεύγμα δόθηκε εις μια πόλη εις το
μέρος εκείνο της χώρας που ζεύχθηκε ο Ευφράτης και σώζεται ως την εποχή μας η
χοντρή τριχιά, με την οποία ζεύχθηκε ο ποταμός, πλεγμένη από βλαστούς αμπελιού
και κισσού». Η πόλη ανακαλύφθηκε το 2013 σε ανασκαφές στην σημερινή
Τουρκία.
[Νάξος
Σικελία. Αργυρό τετράδραχμο, 460 π.Χ.]
Τόσο ο Διόνυσος, όσο και οι ακολούθοι του,
βάκχοι, θυάδες, μαινάδες, σάτυροι, κ.λ.π., φέρουν στεφάνους κατασκευασμένους
από κλώνους αμπλέλου και κισσού. Εις πολλά νομίσματα ανευρίσκουμε επίσης
αναπαραστάσεις κισσού, κυρίως εις τα νομίσματα της Νάξου με την κεφαλή του
Διονύσου όπου έχει στεφάνι εκ κισσού.
Ο κισσός ήτο ιερό φυτό
του Διονύσου, των ακολούθων του και του Διός.
Ο κισσός είναι επίκλησις του Διονύσου, από το
ομώνυμο φυτό, το οποίο μετά της αμπέλου ήτο ένα από τα αρχαιότατα εμβλήματά
του. Με την επίκληση αυτή ελατρεύετο εις τς Αχαρναίς της Αττικής, όπου κατά την
παράδοση εις τις Αχαρναίς εφύτρωσε για πρώτη
φορά εις την γη.
Όπως μας πληροφορεί ο Παυσανίας εις το ., ..,..
Παρεμφερείς επικλήσεις του Διονύσου ήσαν : Κισσόβρυος, Κισσοκόμης, Κισσοχαίτης,
Κισσοχαρής, Κισσοφόρος κ.α. εις όλες σχεδόν δε τις διονυσιακές τελετές ελάμβανε
χώρα η καλουμένη «Κίττωσις», δηλαδή η στέψη των εορταστών δια στεφάνων εκ
κλάδων κισσού.
Με το όνομα Κισσός υπήρχε και αρχαία πόλη εις
την Χαλκιδική χερσόνησο, η οποία είχε ιδρυθεί από τον μυθικό βασιλέα της
Θράκης, τον πατέρα της Εκάβης, τον Κισσέα.
Διότι ο μύθος μας λέγει ότι περιτυλίχθηκε
γύρω από τις κολώνες στο ανάκτορο του Κάδμου, και έτσι μπόρεσε να προφυλαχθεί
και να σωθεί ο υιός της Σεμέλης από τις αστραπές του Διός.
Οι αρχαίοι ομιλούν εκτενώς περί του κισσού, ο
Θεόφραστος εις το έργο «Περί φυτών ιστορίαι» εις το κεφάλαιο … και εις τον
στίχο του ..,. όπου αναφέρει τα διάφορα είδη κισσών, όπως ένα λευκό [πιθανώς
μετά λευκών ανθέων], ένα μέλανα [η παλαιά μορφή του φυτού με μέλανες καρπούς],
τον ελικοειδή, ο οποίος όπως περιγράφεται, αναφέρεται εις την νεαρά ηλικία εν
γένει όλων των ειδών κισσού. Ο Διοσκουρίδη ομιλεί περί ενός κιτρινοπράσινου
κισσού προφανώς είναι ο ποιητικός κισσός, ο οποίος καλείται και διονυσιακός. Ο
Κάτων εις το έργο του «De re rustica»
εις το κεφάλαιο ΙΙΙ, δίδει τον τρόπο δοκιμασίας του κισσού με οίνο. Εάν τεθεί
εντός δοχείου το οποίο είναι κτασκευασμένο από ξύλο κισσού, διέρχεται τότε και
ρέει ο οίνος από τους πόρους του δοχείου, αφήνοντας το ύδωρ εντός. Ο Πλίνιος
εις το έργο του «Φυσική ιστορία» εις το κεφάλαιο X.., και εις τον στίχο ..., απορεί
πως εκτιμάται τόσο ο κισσός ο οποίος βλάπτει τα δένδρα, διαρρηγνύει μνημεία και
τοιχώματα και προστατεύει τα φίδια με το να προσφέρει εις αυτά δροσερό
καταφύγιο και πολλά άλλα.
Η «τιμητική» του κισσού ήτο εις την εορτή των
Κισσοτόμων,
εορτή των Φλιασίων της Αργολίδος προς τιμήν της πανάρχαιας θεάς Δίας, η οποία
αργότερα ονομάσθηκε Γανυμήδα και ταυτίσθηκε με την Ήβη. Ετελείτο κάθε έτος στο
ιερό της θεάς που ευρίσκετο μέσα σε άλσος, στην ακρόπολη της Φλιούντος. Σε αυτή
την εορτή έπινον κρασί όπου τα κύπελλα ήτο κατασκευασμένα από κισσό, τα
Κισσύβια [Κισσύβιον = ξύλινο κύπελλο].
Η εορτή διαρκούσε μερικές ημέρες και
ονομάζετο «Κισσοτόμοι ημέραι» επειδή κατά την διάρκεια τους οι θρησκευτές
έκοβαν κισσό και έπλεκαν στεφάνια. Ήτο η μεγαλύτερη εορτή των Φλιασίων, εορτή
των ικετών, όπου οι δούλοι και οι δεσμώτες εύρισκαν προστασία κοντά στην θεά.
Ο κισσός απαντάται μεμονωμένα και σε υψόμετρο
1.800 μέτρων. Ο Γερμανός Σπρένγκερ Χριστιανός - Κορράδος μεγάλος βοτανικός
[1...0-.....] εις τα έργα του «Το αποκαλυφθέν μυστικόν της φύσεως κατά την
βλάστησιν και την γονιμοποίησιν των ανθέων» [17...] και «Η θεμελιώδης εργασία
δια την διδασκαλίαν της επικονιάσεως της ανθήσεως υπό των εντόμων» μας
πληροφορεί ότι υπάρχουν εις την Ιταλία κισσοί ηλικίας 400 και 1.000 ετών, καθώς
και κισσοί όπου οι κορμοί τους έχουν διάμετρο 1 μέτρο. Η ανθοφορία του ξεκινά
από το 8ο ή 10ο έτος και διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο κορμός του έχει
είδος ρυτίνης, την κισσία.
Ο κισσός είναι γένος φυτών ξυλωδών,
αναρριχωμένων,της οικογενείας των αραλιωδών, περιλαμβάνον τον κισσόν τον
κοινόν, το κισσόν τον κοχλικόν και τον κισσόν τον ποιητικόν. Είναι θάμνοι αειθαλές δενδρώδεις, ως επί το
πλείστον αυτοφυείς, ορθροφυείς, αναρριχώμενοι (με την βοήθεια εναερίων ριζών),
ή έρποντες, υψηλοί, μακρόβιοι και κοσμκητικοί, απαντώντες και εις εμάς. Κυριότερο
και πλέον διαδεδομένο είδος είναι :
Ο
κισσός ο κοινός ή ο ελικτικός (Hedera
Helix). Είναι φυτό κοσμητικό, ξυλώδες, έχων κορμόν διακλαδούμενο, έρποντα
επί του εδάφους ή ανωρθούμενο εις ύψος από 3 μέχρι 20 μέτρων. Εγκαταλείπει
πολλάκις το στήριγμα του και σχηματίζει ελευθέρους κλάδους. Φέρει φύλλα
έμμισχα, αειθαλή, δερματώδη, χρώματος βαθέως πρασίνου, άνθη ερμαφρόδιτα,
πενταμερή, παρατεταγμένα εις ημικυκλικές ταξιανθίες κορύμβων ή βοτρύωνκ.λ.π.,
πέντε πέταλα, παχέα, σαρκώδη, εξωτερικού χρώματος καστανού, εσωτερικώς
πρασίνου, ωοειδή, οξέα, πέντε ανθήρες ωοειδείς, διχώρους. Ωοθήκη ημιυποφυή με
ευκρινή αδενώδη δίσκο, πέντα-δεκάθηκο, ο οποίος περικλείει εις εκάστη θήκην ένα
σπέρμα στύλο χαμηλό. Ο οποίος σχηματίζει κίονα, και καρπούς ράγες στρογγυλές,
μεγέθους πίσου, ο οποίος περιέχει 3-5 σπέρματα.
Το είδος αυτού φύεται επί παντός εδάφους,
εξαιρουμένου του τόρφου. Και κατ’ιδιαιτέρα προτίμηση εις ασβεστώδη εδάφη,
μεμονωμένοι κισσοί απαντώνται και εις ύψος 1.800 μέτρων.
Ο Γ. Δροσίνης είχε
γράψει ποίημα αφιερωμένο εις τον κισσό :
Δε
θέλω του κισσού το πλάνο ψήλωμα
σε
ξέν’ αναστηλώματα δεμένο.
Ας
είμ’ ένα καλάμι, ένα χαμόδεντρο
μα
όσο ανεβαίνω, μόνος ν’ ανεβαίνω.
Εις την λαϊκή παράδοση ο κισσός
χρησιμοποιείται για θεραπευτικούς σκοπούς όπως για την ποδάγρα, τους
ρευματικούς πόνους, τον κοκίτη, την λαρυγγίτιδα και την βρογχίτιδα. Υπό μορφή
τσαγιών χρησιμοποιείται ως δυναμωτικό της καρδιάς και ως μέσο για την αποβολή
των φλεμάτων και των υγρών από τους πνεύμονες, εις τους χρόνιους ερεθισμούς του
αναπνευστικού συστήματος και ενάντια εις τα παράσιτα.
Αυτό που πρέπει να γνωρίζουμε είναι ότι η
χρήση του Κισσού εσωτερικά χρειάζεται προσοχή. Σε μεγάλες δόσεις το βότανο
είναι δηλητηριώδες και προκαλεί εμετό. Η εξωτερική του χρήση σε καταπλάσματα
είναι πολύ θετική σε μία σειρά από παθήσεις και θεωρείται από τα καλύτερα
βότανα. Αυτό αφορά τα φύλλα, διότι η ράγα του Κισσού είναι τοξική και
ερεθιστική του δέρματος στο οποίο δημιουργεί φλύκταινες.
Τα
νεαρά φύλλα του Κισσού λοιπόν μπορούν να έχουν θετικά αποτελέσματα και δρουν
τονωτικά, αντιπυρετικά και εφιδρωτικά.
Ρυθμίζουν την περίοδο και επαναφέρουν στην
αρχική τους κατάσταση ιστούς που προσβλήθηκαν από έλκη, οιδήματα και όγκους.
Επιπλέον είναι παυσίπονα για τους ρευματισμούς και τους πόνους. Τα νωπά φύλλα
είναι επίσης αντινευραλγικά, αποσυμορητικά και κατά της κυτταρίτιδος. Μπορούν
να συμβάλουν στην απώλεια λίπους και να βελτιώσουν έτσι την εμφάνιση του
σώματος.
Σήμερα ο Κισσός χρησιμοποιείται εις την
ομοιοπαθητική, σε βάμμα εναντίον της ρινίτιδος, του ραχιτισμού και του
καταρράκτου.
[η
παράγραφος περί της λαϊκή παραδόσεως είναι απόσπασμα από άρθρο του Σάκη
Κουβάτσου εις τα Χανιώτικα Νέα, την Πέμπτη, 14 Απριλίου 2011, εις την
ιστοσελίδα : http://www.herb.gr/index.php/news/Hedera_helix/
]
Από το βιβλίο του συγγραφέως Ομήρου Ερμείδη, «Η Μυθολογία και η λαϊκή
παράδοση εις την χλωρίδα της πατρίδος μας»[2019] - η βιβλιογραφία
έχει αποκρυφτεί επειδή έχει αναπαραχθεί το άρθρο, άνευ αναφοράς, του
βιβλίου, της ονομασίας του μπλόγκ αλλά και το όνομα του συγγραφέως.
https://ygeiaerwtaspsyxikhygeia.blogspot.com/
- Επιτρέπεται η αναδημοσίευση του
περιεχομένου της ιστοσελίδας εφόσον αναφέρεται ευκρινώς η πηγή του και υπάρχει
ενεργός σύνδεσμος (link). Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που
ισχύουν στην Ελλάδα.
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
Ορισμένα αναρτώμενα από το διαδίκτυο κείμενα ή εικόνες (με σχετική σημείωση
της πηγής), θεωρούμε ότι είναι δημόσια. Αν υπάρχουν δικαιώματα συγγραφέων,
παρακαλούμε ενημερώστε μας για να τα αφαιρέσουμε. Επίσης σημειώνεται ότι οι
απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Για τα άρθρα που δημοσιεύονται εδώ, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς
απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’
οιονδήποτε τρόπο το ιστολόγιο.